- φαματινίτης
- ο, Ν(ορυκτ.) θειοαντιμονιούχο ορυκτό τού χαλκού, που ανήκει στην ομάδα τών θειοαλάτων.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. γερμ. Famatinit από Sierra de Famatina, οροσειρά τής Βορειοδυτικής Αργεντινής].
Dictionary of Greek. 2013.